Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

«Η θάλασσα εσπαρτάρησε ως τον πάτο
κι άφρισε σαν εδέχτηκε στον κρύο
κόρφο ακόμα ολοζόντανο το θείο

σπόρο, απ’ τον Ουρανό σταγμένο κάτω.

Τότες βγήκε απ’ το πέλαγο τ’ αφράτο,
τέρας της ομορφάδας και σημείο,
τ’ άγιο της Αφροδίτης μεγαλείο,
γλύκες ερωτικές όλο γιομάτο.

Με το δρεπάνι, πού’ χε αυτού σκορπίσει
 του Θεού τ’ αμελέτητα, και κειό
μες στο γιαλό μελλόταν να καρπίσει.

Κι έτσι, Αφροδίτη των νησιών, με κρίνο
και ρόδο πλουμιστή, γιομάτη γλύκες,
Κέρκυρα, απ’ του Ουρανού το αίμα εβγήκες»
Λορέντζος Μαβίλης (1860-1915)

Ο Κρόνος πολέμησε ενάντια στον πατέρα του τον Ουρανό πήρε ένα δρεπάνι, του έκοψε τα γεννητικά όργανα και τά’ ριξε στη θάλασσα. Εκείνα πέθαναν και πέτρωσαν κι ο θάνατός τους γέννησε την Κέρκυρα, γνωστή στους ιστορικούς χρόνους με πλείστα ονόματα: Άρπη, Δρεπάνη, Εύβοια, Κασσωπαία, Κόρκυρα, Μάκρη, Σχερία, Φαιακία.
Αρχαιολογικό Μουσείο
Κέρκυρας 
Εκεί, ο Ιάσων και η Μήδεια ένωσαν τον έρωτά τους πάνω στο Χρυσόμαλλο Δέρας, κι ο περιπλανώμενος βασιλιάς Οδυσσέας άραξε ναυαγός στον τελευταίο σταθμό του δεκάχρονου ταξιδιού του. Εκεί, κατατρεγμένη από την οργή της θεάς Ήρας θα βρει καταφύγιο η Μάκρις, η τροφός του θεού Διονύσου. Εκεί, θα κρύψει ο Ποσειδώνας, ο αρειμάνιος θεός της θάλασσας, τη νύμφη Γοργώ ή Γόργυρα, κόρη του ποταμού Ασωπού, κι από την ένωσή τους θα γεννηθεί ο ημίθεος Φαίαξ, ο γεννάρχης των Φαιάκων, των μυθικών κατοίκων του νησιού.
Πλούσιοι οι μύθοι που σώζονται για το νησί κι ακόμα πιο πλούσια η ζωή του στο διάβα των αιώνων. Γνωστός από τα πανάρχαια χρόνια ο πολιτισμός του λαού των Φαιάκων κι ο χαρακτήρας τους. Φιλόπονοι κι ειρηνικοί ανέπτυξαν πολιτισμό αξιόλογο. Αρχαίοι συγγραφείς σημειώνουν με θαυμασμό τον πλούτο των ανακτόρων της, την ισοτιμία των γυναικών, την πολιτική οργάνωση  του κράτους και τη βουλή την προερχόμενη από το λαό.


Το νησί φαίνεται πως κατοικήθηκε ήδη από την παλαιολιθική περίοδο. Τα παλαιότερα ευρήματα χρονολογούνται στη μέση παλαιολιθική εποχή (40.000-25.000) και ομοιάζουν με αντίστοιχα της γειτονικής Ηπείρου και της Νότιας Ιταλίας. Εργαλεία κυνηγιού έχουν αποκαλυφθεί πλείστα από το τέλος της περιόδου αυτής (25.000-9.000 π.Χ.). Κόκκαλα διαφόρων ζώων (υαινών, βουβαλιών, ζαρκαδιών, αγριογούρουνων) επιβεβαιώνουν ότι οι κάτοικοι αυτοί ζούσαν απ’ το κυνήγι.
Οικισμοί της νεολιθικής περιόδου υπάρχουν διάσπαρτοι, ιδίως στη δυτική πλευρά του νησιού και προδίδουν την εγκατάλειψη της νομαδικής ζωής και την ενασχόληση με την κτηνοτροφία και τη γεωργία. Δείγματα αγγειοπλαστικής κατατάσσονται στην αρχή της νεολιθικής περιόδου (χρονολογούνται γύρω στο 5.700). Οι εγκαταστάσεις πληθαίνουν από την εποχή της αρχής του ορειχάλκου (3.000-1.700 π.Χ.) και μετά.


 Ιστορικοί Χρόνοι  

Αναπαράσταση της αρχαίας Χερσούπολης
(από το βιβλίο του κερκυραίου Andrea Marmora,
Della Historia di Corfu Desvritta, 1672
 Πρώτοι απ’ όλους τους Έλληνες αποίκησαν το νησί οι Ερετριείς απ’ την Εύβοια, γύρω στα 775-750 π.Χ.. Λίγα χρόνια αργότερα, το 734 π.Χ., ο Κορίνθιος Χερσικράτης, από το γένος των Ηρακλειδών, έδιωξε τους Ερετριείς και ίδρυσε νέα αποικία στο νησί. Η αποικία ονομάστηκε Χερσούπολις από τον πρώτο οικιστή και αναπτύχθηκε οικονομικά και εμπορικά τα επόμενα χρόνια.


Η οικονομική άνθηση του νησιού και η συνακόλουθη ανάπτυξη της πολιτικής του ζωής δημιούργησαν τάσεις αυτονόμησης του νησιού, που οδήγησαν σε έριδες ανάμεσα στους νησιώτες και τη μητρόπολη Κόρινθο και κατέληξαν σε μεταξύ τους ναυμαχία, το 664 π.Χ., γεγονός που αποτέλεσε το πρώτο σημαντικό ναυτικό επεισόδιο στη Μεσόγειο και την πρώτη μεταξύ Ελλήνων ναυμαχία.
Οι Κορίνθιοι κατατροπώθηκαν και χάρη στη νίκη αυτή η Κέρκυρα κατόρθωσε να ξεφύγει από την ηγεμονία της Κορίνθου. Οι δεσμοί της όμως, με την Κόρινθο δεν αποκόπηκαν, κι οι δύο πόλεις αναθέρμαναν τις σχέσεις τους και ίδρυσαν νέες αποικίες στην Ήπειρο (Αμβρακία, Λευκάδα, Αναντόριο), τις Ιλλυρικές ακτές (Απολλωνία, Επίδαμνος) και την Κάτω Ιατλία (Κρότων, Επιζεφύριοι Λοκροί). Μάλιστα, λέγεται πως ακόμη κι η Ιταλία πήρε το όνομά της από έναν Κερκυραίο άποικο, τον Ιταλό.

Τους επόμενους αιώνες η πόλη, λόγω και της θέσης της, αναπτύχθηκε σε μεγάλη εμπορική και ναυτική δύναμη. Το εμπόριό της απλώθηκε σ’ όλη τη Μεσόγειο και το νόμισμά της έγινε ένα από τα ισχυρότερα της εποχής. Στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα αναφέρεται ως ο πρώτιστος και αξιολογότερος ναυτικός λαός και ως η δεύτερη ναυτική δύναμη μετά την Αθήνα. Η ικανότητά των Κερκυραίων να δαμάζουν τα κύματα, δίχως πηδάλι, κληρονομιά κι αυτή του Ποσειδώνα, έμεινε θρυλική κι ακόμη και σήμερα αποτελεί το έμβλημα του νησιού, η απήδαλος ναύς.

Ένα από τα προνόμια που δόθηκαν
ήταν η κοπή νομισμάτων
(Αλέξανδρος Σεβήρος 222-235 μ.Χ.) 
Οι σχέσεις της με τη μητρόπολη Κόρινθο οξύνθηκαν για άλλη μια φορά και οδήγησαν σε νέο επεισόδιο, που αποτέλεσε την αφορμή του Πελοπονησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.), του πολέμου που είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της Αθηναϊκής Ηγεμονίας. Ο πόλεμος αυτός αποδυνάμωσε βαθμηδόν και την Κέρκυρα, με αποτέλεσμα να γίνει κατακτητικός στόχος διαφόρων ηγεμόνων της περιοχής. Έρμαιο πολυάριθμων επιδρομών Ιλλυρών και δηωμένη από στίφη πειρατών που λυμαίνονταν την περιοχή εξαναγκάστηκε να γίνει η πρώτη ελληνική πόλη που υποτάχθηκε εθελουσίως στη Ρώμη (229 π.Χ.) ζητώντας την προστασία της. Οι Ρωμαίοι παραχώρησαν στους Κερκυραίους προνόμια και πλήρη αυτονομία, την οποία σεβάστηκαν μέχρι το τέλος της κυριαρχίας τους. 
Στους επόμενους πέντε αιώνες η Κέρκυρα ακολουθεί την τύχη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Προσέλκυσε με την ομορφιά της πολλούς και διάσημους Ρωμαίους, Αυτοκράτορες, στρατηγούς και Υπάτους (Νέρων, Κικέρων, Αντώνιος, Γερμανικός, κ.ά.) αποτελώντας θέρετρό τους. Κατά την ίδια περίοδο διαδόθηκε (γύρω στο 46 μ.Χ.) ο Χριστιανισμός και η Κέρκυρα έγινε μια από τις πρώτες επισκοπές.
Μετά τη διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (395 μ.Χ.) περιήλθε στο Ανατολικό της τμήμα, τη μετέπειτα Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Έρμαιο των πειρατικών και επιδρομών και λεηλασιών διαφόρων λαών: Ούνων, Βανδάλων, Γότθων, Σαρακηνών, Αράβων και Νορμανδών (μέχρι τον 11ο αι.) καταστρέφεται γύρω στα μέσα του 6ου αι. από τους Βησιγότθους. Οι κάτοικοι τελικά καταφεύγουν στη γειτονική δίκορφη χερσόνησο, που αποτέλεσε τη μεσαιωνική Κέρκυρα, την πόλη των Κορυφών.


Ξενοκρατία

Στην ανατολή του 13ου αι., οι δυτικοί ηγεμόνες που ασπάσθηκαν το Χριστιανισμό ξεκινούν την Δ’ σταυροφορία για την ανακατάληψη της Ιερουσαλήμ. Μετά από περιπέτειες, θα λοξοδρομήσουν στην πορεία τους για τους Άγιους Τόπους και τον Απρίλη του 1204 θα αλώσουν την Κωνσταντινούπολη. Αυτός ο σταθμός έμελε να δράσει αποφασιστικά τόσο στην τελική πτώση της Πόλης δυόμισι αιώνες αργότερα, όσο και στην τύχη των εδαφών της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας.
Οι νέοι κοσμηγέτες θ’ αναδυθούν μες απ’ τα κύματα της Αδριατικής. Ο πτερωτός λέων της Βενετίας θα λάβει τη μερίδα του λέοντος από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και το νησί των Κορυφών, που μέχρι τότε αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους (Βυζαντινή Αυτοκρατορία), θα περάσει για πρώτη φορά στα χέρια των Βενετών. Αυτή η πρώτη επαφή των Βενετών με το νησί έμελε να παύσει λίγα χρόνια αργότερα. Το 1214 το νησί κυριεύεται από το Δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Α’ Άγγελο Κομνηνό.
Τα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν θα είναι χρόνια ευημερίας για τους ιθαγενείς Έλληνες. Το 1259 ο Δεσπότης της Ηπείρου Μιχαήλ ο Β’ , θέλοντας να ισχυροποιήσει τη θέση του, προικοδοτεί το νησί στο σύζυγο της κόρης του Ελένης, Μαμφρέδο, Βασιλιά των Δύο Σικελιών.
Αργυρό Τζιλιάτο του Ροβέρτου Α΄ (1309-1343)
Το 1267 οι Ανδηγαυοί καταλαμβάνουν το νησί. Με τη   συνθήκη του Viterbo η Κέρκυρα θα γνωρίσει πλέον και επίσημα   τους Φράγκους κυριάρχους. Η περίοδος της κατοχής του νησιού   από τους Ανδηγαυούς χαρακτηρίζεται από την ενίσχυση του   φραγκικού στοιχείου και την ταυτόχρονη υποβάθμιση των   ιθαγενών Ελλήνων. ΄Οταν το 1267 οι Ανδηγαυοί κατέλαβαν το νησί, απέβαλαν τον Ορθόδοξο Μητροπολίτη και εγκατέστησαν Λατίνο, αφαίρεσαν από τους Ορθοδόξους τα Ιερά Λείψανα και κατάσχεσαν τους σπουδαιότερους Ορθόδοξους ναούς και τις περιουσίες τους. Κατά το τέλος όμως, της κυριαρχίας τους φάνηκαν διαλλακτικότεροι και ανεκτικότεροι και επικύρωσαν παλαιά προνόμια των ιερέων του νησιού.
Η κυριαρχία των Ανδηγαυών θα λήξει 120 χρόνια μετά, καθώς μετά τις δολοπλοκίες που εξυφάνθηκαν στις δυτικές αυλές το νησί έμεινε απροστάτευτο από τους επίβουλους. Στις 20 Μαΐου του 1386, οι Κερκυραίοι, κάτω από την απειλή του τουρκικού επεκτατισμού και των σχεδίων της Γένοβας αποφασίζουν να δηλώσουν πίστη στη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας, ζητώντας ως αντάλλαγμα την προστασία της. Η Βενετία με ιδιαίτερη ικανοποίηση ενσωματώνει στον «κόλπο» της το νησί, που θα της παρέξει σημαντικά εμπορικά και -κυρίως- στρατηγικά πλεονεκτήματα.
Με την άλωση της Πόλης (1453) και τη διάνοιξη νέων δρόμων εμπορίου (1492 κ.ε.) προς την Ανατολή, η Βενετία οδηγείται βαθμηδόν σε μια οικονομική κρίση, που θα κρατήσει ως το θάνατό της (1797). Η Οθωμανική Αυτοκρα­τορία βρίσκεται στο απόγειο της δύναμής της. Η μία μετά την άλλη οι κτήσεις της Βενετίας στο Αιγαίο πέφτουν στα χέρια των Τούρκων: Μεθώνη, Κορώνη, Ναύπακτος, Κύπρος. Το 1669 οι Τούρκοι καταλαμβάνουν και την Κρήτη.
Τελευταίο προπύργιο απέναντι στην τουρκική απειλή απομένει η Επτάνησος και ιδίως η Κέρκυρα, το «κλειδί της Αδριατικής». Δύο χρόνια μετά την πτώση του Χάνδακα ο Benardin Dona έλεγε χαρακτηριστικά στη βενετική Σύγκλητο: «Η Κέρκυρα είναι το μόνο παράθυρο απ’ όπου μπαίνει φως απ’ την Ανατολή για να λαμπρύνει αυτή την πατρίδα. Ας προσέξουμε να το κρατήσουμε ανοικτό, γιατί αν κλείσει δεν θα ξημερώσει παρά η ημέρα της δυστυχίας».
Η Βενετία διατήρησε την εσωτερική διοίκηση του νησιού, αλλά κράτησε στα χέρια της την ανώτατη κυριαρχία. Το Συμβούλιο της Πόλεως, που απαρτιζόταν από μέλη ευγενών οικογενειών, εκλέγει κάθε χρόνο τους τοπικούς αξιωματούχους. Κυρίαρχη τάξη στο νησί είναι οι ευγενείς. Πρόκειται για μια μικρή ομάδα, που μπορεί να ασκεί πολιτικά δικαιώματα, από τα οποία οι άλλες τάξεις είναι αποστερημένες. Η μεγάλη έγγειος ιδιοκτησία βρίσκεται χέρια τους. Μετά την καταστρεπτική τουρκική πολιορκία του 1537 ο αριθμός τους μειώνεται αρκετά και εισέρχονται στις τάξεις τους μερικές οικογένειες αστών. Το 1572 αποφασίζεται η σύσταση βιβλίου, στο οποίο καταγράφονται τα ονόματα των ευγενών, το Libro d’ Oro.
Η ζωή τους μιμείται τη μητρόπολη Βενετία. Συναθροίζονται στη loggia. «...Τα τυχερά παιχνίδια ήταν ελεύθερα... περνούσα όλο τον καιρό...παίζοντας με λύσσα φαραώ...» σημειώνει ο Casanova. Περί τα τέλη του 17ου αι. αποπερατώνεται η περίλα­μπρη στοά των ευγενών, που αργότερα θα στεγάσει το περίφημο θέατρο του San Giacomo, το πρώτο θέατρο στο βαλ­κανικό χώρο.
Αντίθετα με τον ανέμελο -σχετικά- βίο των ευγενών, ο λαός της υπαίθρου, υποφέρει πολύ. Αμόρφωτοι, συνδεδεμένοι με τη γη και καταδυναστευόμενοι από τους αφέντες, που «τους τραβούν σαν ζώα, όπου θέλουν και εις πόλεμον και εις δούλεψιν» διατηρούν αλώβητη την ελληνική τους συνείδηση. Κατορθώνουν να διατηρήσουν τη γλώσσα, τη θρησκεία, και τις παραδόσεις και μεταλαμπαδεύουν στους μεταγενέστερους αναλοίωτη την εθνική τους ταυτότητα. Οχυρό και προπύργιό τους η θρησκεία, η λαϊκή παράδοση και η ελληνική συνείδηση των κατοίκων του νησιού, που έμελε να πρωταγωνιστήσει στην ιδιαίτερη ιστορική πορεία του. Σ’ αυτό προσέφεραν τα μέγιστα οι Έλληνες που κατέφυγαν στο νησί καταδιωγμένοι από την τουρκική λαίλαπα.
Σκήνωμα Αγ. Σπυρίδωνος 
(Κέρκυρα, ιδιωτική συλλογή)
Ανάμεσα στους ευγενείς και το λαό μια ακόμη κατηγορία: οι αστοί. Τεχνίτες -κυρίως- κι έμποροι, είναι η κινητήρια δύναμη της τοπικής οικονομίας. Ως επί το πλείστον είναι Ελληνικής καταγωγής. Φιλοδοξία τους: να ενταχθούν στην τάξη των ευγενών.
  Ο καθημερινός βίος κυριαρχείται από «άωρον του βίου τέλος». Ασθένειες, σιτοδείες, επιδημίες και πειρατικές επιδρομές είναι φαινόμενα καθημερινά. Το 1537 οι Τούρκοι λεηλατούν την ύπαιθρο και αιχμαλωτίζουν περί τις 20.000 κατοίκους, τους οποίους πωλούν ως δούλους στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.
Παρά όμως, τις κατά καιρούς επιδρομές, η Κέρκυρα υπήρξε το καταφύγιο πολλών καταδιωγμένων από τους Τούρκους Ελλήνων. Ένας ταπεινός ποιμένας και μια ένδοξη αυτοκράτειρα θα καταφύγουν μετά την πτώση της Πόλης. Το 1456 ο Γεώργιος Καλοχαιρέτης μεταφέρει στην Κέρκυρα τα σκηνώματα του Αγίου Σπυρίδωνος και της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας. Πάμπολλα άλλα λείψανα και ιερά κειμήλια θα φυγαδευτούν τους επόμενους αιώνες. Έλληνες απ’ την απέναντι Στεριά και το Μοριά, τη Μεθώνη, την Κορώνη, τη Ναύπακτο κι άλλα μέρη, θα κατοικήσουν μόνιμα πλέον στο νησί. Με την πτώση της Κρήτης το 1669, οι Κρήτες φυγάδες φέρνουν μαζί τους τις παραδόσεις, τον πολιτισμό και την ελληνική τους γλώσσα. Τα στοιχεία αυτά εμπλούτισαν και ενδυνάμωσαν την τοπική παράδοση αποτέλώντας αδιάσπαστο τμήμα της.
Με την πάροδο των ετών σφυρηλατείται η εθνική συνείδηση. Έλληνες από κάθε γωνιά εγκαθίστανται μόνιμα ή παροδικά στο νησί. Πολλές φωτεινές πνευματικές μορφές αναδεικνύονται: Θωμάς Διπλοβατάτζης, Αντώνιος Έπαρχος, Νικηφόρος Θεοτόκης, Ευγένιος Βούλγαρης και πλήθος άλλοι. Το 1662 ο Κερκυραίος Θωμάς Φλαγγίνης ιδρύει το «Φλαγγίνειο Φροντιστήριο», που «θα χρησιμεύσει όχι μόνον διά την ευπρέπειαν του έθνους, αλλά θα προσφέρει σημαντικάς υπηρεσίας εις τον λαόν» Στον αντίποδα όμως, το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων πλέει σε σκοτάδι αμάθειας. Η γραφή και η ανάγνωση είναι προνόμιο των λίγων. Οι ενδιαφερόμενοι καταφεύγουν σε ιδιώτες δασκάλους, κυρίως ιερωμένους. Οι ευγενείς και οι αστοί συχνά φεύγουν για σπουδές στα Πανεπιστήμια της Ιταλίας. Από τον 16ο αι. διορίζεται δημόσιος διδάσκαλος για την εκπαίδευση των ευγενών και αστών και τον 17ο αι. κάνουν την εμφάνισή τους ιεροσπουδαστήρια, που σκοπό έχουν να παράγουν ιερωμένους, Καθολικούς και Ορθοδόξους.
Με το πέρασμα των αιώνων η Βενετία παρακμάζει όχι μόνον οικονομικά, αλλά και ηθικά. Εθελοτυφλώντας μπρος στα σημεία των καιρών τηρεί μια στάση ουδετερότητας που την οδηγεί στην. Στους τέσσερεις και πλέον αιώνες κυριαρχίας της η Βενετία τήρησε μια στάση μετριοπαθή, αλλά και δεσποτική, αντιμετωπίζοντας τα αιτήματα των Κερκυραίων με φειδώ. Η βενετική κυριαρχία τον τελευταίο αιώνα της ζωής της, χαρακτηρίζεται από κυβερνητική παραλυσία, ασυδοσία, διαφθορά και χρηματισμό. Την πορεία της μητρόπολης ακολουθεί κατά πόδας και η Κέρκυρα, σε μικρότερη όμως κλίμακα.
Στην Ευρώπη, όμως, η νέα εποχή έχει ήδη ανατείλει. Με υπόκρουση τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, οι ελπίδες των λαών για ελευθερία, δικαιοσύνη και αυτοδιάθεση αναπτερώνονται. Ο πόλεμος για είκοσι χρόνια θα μαίνεται πάνω απ’ την Ευρώπη και ο χώρος της ΝΑ Μεσογείου γίνεται το επίκεντρο της διαμάχης Άγγλων, Γάλλων, Αυστριακών και Ρώσων. Στις αρχές του 1797 οι στρατιές του Ναπολέοντα διαβαίνουν τις ΄Αλπεις. Στο Loeben Αυστριακοί και Γάλλοι διανέμουν μεταξύ τους τα εδάφη της Βενετίας (18.4.1797). Ένα μήνα μετά, η Βενετική Σύγκλητος, δέχεται τους όρους του Ναπολέοντα (12.5.1797) και παραιτείται των κληρονομικών δικαιωμάτων της αριστοκρατίας. Οι Γάλλοι εισέρχονται αμαχητί στη Βενετία θυσιάζουν στην πυρά τα σύμβολα της αριστοκρατίας, φυτεύουν το δέντρο της ελευθερίας και εγκαθιστούν το νέο πολίτευμα.
Κι ενώ διαδραματίζονται όλα αυτά, στην Κέρκυρα η κατάσταση είναι απελπιστική: τα φρούρια, ο στρατός και η οικονομία βρίσκονται σε άθλια κατάσταση. Ο Γενικός Προνοητής Κάρολος Βίδμαν, μη έχοντας σαφείς και συγκεκριμένες πληροφορίες, ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τον Ναπολέοντα.
Το 1797, όμως, έμελε να είναι ο πρώτος χρόνος «της ελευθερίας των Γραικών». Με την πρόφαση της εγκαθίδρυσης του δημοκρατικού πολιτεύματος στα νησιά, τον Ιούνιο του 1797 ο Βενετικός και Γαλλικός στόλος αποπλέει από τη Βενετία και στις 29 πλήθος λαού με επικεφαλής τον γηραιό Μέγα Πρωτοπαπά Κερκύρας Γεώργιο Χαλικιόπουλο-Μάντζαρο με απερίγραπτο ενθουσιασμό και συγκίνηση υποδέχεται τους Γάλλους. Την επομένη τοιχοκολλείται προκήρυξη, στην οποία γίνεται λόγος για ελευθερία, ισότητα, ειρήνη, αυτοδιοίκηση, σύνταγμα και ανεξιθρησκία και καλούνται οι Κερκυραίοι να γιορτάσουν την απαλλαγή τους από τα δεσμά της Βενετικής Ολιγαρχίας. Οι Κερκυραίοι πανηγυρίζουν ελπίζοντας πως η έλευση των Γάλλων θα σημάνει την εθνική απολύτρωση.
Ένα μήνα μετά, φυτεύεται στην πλατεία το δέντρο της ελευθερίας και ρίχνονται στην πυρά τα εμβλήματα του παλιού καθεστώτος: η βενετσιάνικη σημαία, το Libro d` Oro, διπλώματα τίτλων και προνομίων, παράσημα και οικόσημα της αριστοκρατίας και τίτλοι ιδιοκτησίας. Οι κάτοικοι ορκίζονται αγάπη για την ελευθερία και την ισότητα και πανηγυρίζουν τραγουδώντας το «Θούριο» του Ρήγα. Οι ευγενείς αντιδρούν: τη νύχτα της 10ης Σεπτεμβρίου του 1797 άγνωστοι ξεριζώνουν από την Πλατεία το δέντρο της Ελευθερίας. Επικηρύσσονται οι ένοχοι και κηρύσσεται αφορισμός.
Οι Γάλλοι έμειναν στα νησιά λιγότερο από δύο χρόνια. Η βραχύβια παρουσία τους υπήρξε σημαντικότατη, διότι ξύπνησαν τους κατοίκους από το λήθαργο και αναζωπύρωσαν σ’ αυτούς τις ιδέες τους για την ελευθερία και την ισότητα. Ασχολήθηκαν με την παιδεία ιδρύοντας «εθνική βιβλιοθήκη», «εθνικό τυπογραφείο» και επιστημονικούς συλλόγους για τη διάδοση των γραμμάτων. Καθιέρωσαν την ελληνική ως επίσημη γλώσσα και διακήρυξαν την ανεξιθρησκία.
Όμως, δεν σεβάστηκαν το θρησκευτικό αίσθημα των κατοίκων. Για τους Επτανησίους η Ορθοδοξία υπήρξε ο άρρηκτος δεσμός με την ελληνική παράδοση. Χλεύαζαν τις θρησκευτικές αντιλήψεις και τη λατρεία και ειρωνεύονταν το σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνος.
Στο μεταξύ, τον Οκτώβρη του 1797 είχε υπογραφεί η Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο, με την οποία καταλύθηκε και διαμελίστηκε οριστικά η Βενετία και ο Ναπολέων έγινε και επίσημα κύριος του νησιού. Τα Επτάνησα (στα οποία ανήκει η Κέρκυρα) καθίστανται πλέον το επίκεντρο των κατακτητικών βλέψεων των Ευρωπαίων. Η θέση τους δίπλα στην καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία τα έκανε δελεαστικά κι απαραίτητα για όσους ορέγονταν μερίδιο.
Ρώσοι και Τούρκοι συνασπίζονται απέναντι στον κοινό εχθρό, που δεν είναι άλλος απ’ τις φιλελεύθερες ιδέες των Γάλλων και τις φιλοδοξίες του Ναπολέοντα. Πρώτος τους στόχος η απομάκρυνση των Γάλλων από τα νησιά. Οι Τούρκοι διείδαν την απειλή της Αυτοκρατορίας τους από τον Ναπολέοντα, ενώ οι Ρώσοι θεωρούσαν πως αν ο Ναπολέων έβαζε πόδι στη Βαλκανική θα ακολουθούσε επίθεση από τα νότια σύνορά τους.
Ο Ρωσσοτουρκικός στόλος υπό τον Θεόδωρο Ουσακώφ και τον Καδίρ Μπέη προτρέπουν τους κατοίκους να προστρέξουν σε βοήθειά τους. Παρουσιάζουν εγκύκλιο του νέου Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’ , που τους προτρέπει να εκδιώξουν τους «αποστάτας του Θεού και υπούλους τυράννους της ανθρωπότητας» και να συνεργαστούν με τις συμμαχικές δυνάμεις «με ζήλον και προθυμίαν εις αφανισμόν των απίστων τούτων Γάλλων» διαβέβαιώνοντάς τους πως θα εγκαθιδρύονταν ανεξάρτητο κράτος. Ο συμμαχικός στόλος αρχίζει τις αποβατικές επιχειρήσεις. Τελευταία καταλαμβάνεται η Κέρκυρα στις 25.2.1799. Οι Γάλλοι αντιστέκονται πεισματικά, αλλά τελικά συνθηκολογούν.
Οι Ρώσοι αμνηστεύουν τα εγκλήματα, που έγιναν κατά την περίοδο των Γάλλων, ξανασυντάσσουν το Libro d’ Orο και αποκαθιστούν τον ορθόδοξο επισκοπικό θρόνο μετά από 6 αιώνες.
Στο μεταξύ, ο Μεγάλος Βεζύρης στέλνει επιστολή στην Κοινότητα της Κερκυρας, με την οποία εκφράζεται απερίφραστα, ότι η γεωγραφική θέση των νησιών επιβάλλει να τεθούν «υπό την σκέπην και προστασίαν» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Γερουσία καταρτίζει Αντιπροσωπεία που μεταβαίνει στην Κωνσταντινούπολη για να συζητήσει για το μέλλον των Επτανήσων. Εκεί η Αντιπροσωπεία καταθέτει υπομνήματα, με τα οποία υπενθυμίζει τις επανειλημμένες υποσχέσεις των συμμάχων και ζητά την επίσημη αναγνώριση της ανεξαρτησίας του νέου κράτους.


Η σημαία του Κράτους.
Την 21η Μαρτίου του 1800 συνομολογείται στην Κωνσταντινούπολη Συνθήκη μεταξύ Ρωσσίας και Τουρκίας στην οποία προσχωρεί και η Βρετανία, με την οποία αναγνωρίζεται η πολιτική ύπαρξη της Επτανήσου ως ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος υπό την εγγύηση της Ρωσίας και την προστασία της Υψηλής Πύλης. Ονομάσθηκε «Πολιτεία των Επτά Ηνωμένων Νήσων» ή «Επτάνησος Πολιτεία». Οι Αντιπρόσωποι, όταν έλαβαν γνώση της Συνθήκης επιδοκίμασαν τις διατάξεις της. Ταυτόχρονα, κατάρτισαν Σύνταγμα από 37 άρθρα. Με το Σύνταγμα αυτό επαναφέρονταν το παλιό ολιγαρχικό βενετσιάνικο σύστημα, που μόλις προ διετίας είχε εκριζωθεί. Η Υψηλή Πύλη το έκανε δεκτό χωρίς επιφυλάξεις ή παρατηρήσεις. Αυτό ήταν επόμενο, αφού ο μόνος κίνδυνος για την Πύλη δεν ήταν άλλος από τις ανατρεπτικές ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επαναστατικά κινήματα εις βάρος της.
Μετά την υπογραφή της Συνθήκης οι Αντιπρόσωποι φεύγουν από την Κωνσταντινούπολη με αντίγραφο της Συνθήκης, το Σύνταγμα και τη νέα σημαία την οποία ευλόγησε ο Πατριάρχης και χαιρέτησαν τα ρωσικά, αγγλικά και τουρκικά πλοία με κανονιοβολισμούς.
Έτσι γεννήθηκε το πρώτο Ελληνικό Κράτος μετά την πτώση της Βασιλεύουσας (1453). Η γέννησή του υπήρξε ο προάγγελος των κατοπινών εξελίξεων, που οδήγησαν στην «ανάσταση» του Έθνους. «Αναγεννηθέν το Έθνος ημών, απέκτησεν όνομα ελληνικό, πατρίδα ελληνικήν και ελληνικήν ελευθερίαν» έλεγε ο Πρόεδορς της Γερουσίας, Σπυρίδων Θεοτόκης. Ο Κοραής αφιερώνοντας στο νεοσύστατο κράτος τη μετάφραση του Cesare Beccaria «Περί αμαρτημάτων και ποινών» παροτρύνει προφητικά τους νησιώτες να μην υιοθετήσουν τη διχόνοια, αλλά την αδελφότητα, την αγάπη, τη σύμπνοια και την ομόνοια.
Τον επόμενο χρόνο οι Ρώσοι και οι Τούρκοι αναχωρούν από την Κέρκυρα. Υπό το κράτος του Συντάγματος που επανέφερε το ολιγαρχικό καθεστώς προκαλούνται εσωτερικές αναταραχές. Ο Πρόεδρος της Γερουσίας απευθυνόμενους στους Ρώσους τους επισημαίνει την ανάγκη της παραμονής τους στο νησί, αλλά εκείνοι αρνούνται. Οι ευγενείς αναγκάζονται να έλθουν σε συνεννόηση με τους αρχηγούς των ενόπλων, που λυμαίνονταν την εξοχή. οι οποίοι απαιτούν την άμεση κατάργηση του Συντάγματος και την κατάρτιση νέου. Επέρχεται συμφωνία. Εκλέγονται 64 πληρεξούσιοι, που συντάσσουν νέο Σύνταγμα, που ψηφίζεται και τίθεται σε εφαρμογή αμέσως. Κατόπιν τούτου επικράτησε συμφιλίωση και ηρεμία, που όμως έμελλε να διαρκέσει λίγο, διότι οι Πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη δήλωσαν προς τον Πρέσβη της Ιονίου Πολιτείας, ότι δεν αναγνώριζαν όσα είχαν διαδραματισθεί στην Κέρκυρα.
Ακολουθούν νέες ταραχές. Ο Πρόεδρος της Γερουσίας, Σπυρίδων Θεοτόκης, ζητά τη συνδρομή της Βρετανίας, που είχε ήδη προσχωρήσει στη συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως του 1800 και είχε ήδη αναγνωρίσει την Επτάνησο Πολιτεία ως ανεξάρτητο κράτος. Το Μάρτιο του 1802 καταπλέει στο λιμάνι του νησιού τμήμα του Βρετανικού στόλου που έδρευε στη Μάλτα. Ο Πρόεδρος της Γερουσίας καλεί τον Αντιπρόσωπο της Τουρκίας και τους Προξένους της Ρωσίας και της Αγγλίας και τους διαβεβαιώνει ότι η παρουσία του βρετανικού στρατού μόνο σκοπό έχει την αποκατάσταση της τάξης. Ταυτόχρονα, ο Μέγας Βεζύρης στέλνει φιρμάνι, με το οποίο εκφράζεται απροκάλυπτα η απειλή, ότι αν δεν εφαρμόζονταν το Σύνταγμα του 1800, θα επενέβαινε δυναμικά για την επιβολή του, καθυποτάσσοντας τα νησιά. Οι σύμμαχοι αποστέλλουν στο νησί τον κόμη Γεώργιο Μοντσενίγο, ως πληρεξούσιο του Τσάρου, για να επιβάλει την τάξη. Η ανάμιξή του οδήγησε στην πρόσδεση της νεοσύστατης Πολιτείας στο άρμα της Ρωσίας και το παρέσυρε στη δίνη των διεθνών συγκρούσεων και ανταγωνισμών των μεγάλων δυνάμεων.
Ο πόλεμος, που μαίνεται στην Ευρώπη, αναδεικνύει νικητή το Ναπολέοντα. Η Συνθήκη υπογράφεται στο Τιλσίτ στις 22 Ιουνίου 1807. Η τύχη της Επτανήσου αλλάζει: «η Αυτού Μεγαλειότης ο Αυτοκράτωρ Ναπολέων ως απόλυτος κτήτωρ και κυρίαρχος θα κατέχει τας επτά Ιονίους Νήσους». Για μια ακόμη φορά ο Ναπολέων, ως αυτοκράτορας πλέον, καταλαμβάνει τα νησιά. Στις 20 Αυγούστου 1807 ο Γαλλικός στρατός αποβιβάζεται στην πρωτεύουσά τους, την Κέρκυρα.
Οι Άγγλοι φοβούμενοι τον επεκτατισμό των Γάλλων σχεδιάζουν την απόκτηση των νησιών με ναυτικό αποκλεισμό. Στο σχέδιό τους αυτό έχουν την υποστήριξη της Τουρκίας (συνθήκη Δαρδανελλίων 1809). Οι Γάλλοι αποφασίζουν να ανασυνταχθούν και να προστατεύσουν αποτελεσματικά την Κέρκυρα, της οποίας την απώλεια ο Ναπολέων θεωρούσε «ολέθρια» για τις επιδιώξεις του.
Το 1809 οι Άγγλοι καταλαμβάνουν τη Ζάκυνθο. Ακολουθούν η Κεφαλληνία, η Ιθάκη, τα Κύθηρα και η Λευκάδα. Η φρουρά της Κέρκυρας όμως, αντιστέκεται σθεναρά. Στο μεταξύ, στις 31 Μαρτίου 1814 τα νικηφόρα στρατεύματα της τετραπλής συμμαχίας συντρίβουν και τα τελευταία λείψανα των Γάλλων κι εισέρχονται νικητές στο Παρίσι. Η Βασιλεία αποκαθίσταται, ο Ναπολέων κηρύσσεται έκπτωτος και παίρνει το δρόμο της εξορίας.
Στις 18/30 Μαΐου 1814 υπογράφεται η Συνθήκη ειρήνης και παραπέμπεται το ζήτημα της τύχης των Επτανήσων στη μέλλουσα σύνοδο της Βιέννης. Οι Γάλλοι αναχωρούν από την Κέρκυρα και ο Βρετανός στρατηγός Κάμπελλ διακοινώνει στη Γερουσία πως με την αποχώρηση των Γάλλων επανιδρύεται η Επτάνησος Πολιτεία, που είχε συσταθεί με τη Συνθήκη του 1800.
   
Ιωάννης Καποδίστριας
Ωστόσο, ο Κερκυραίος κόμης Ιωάννης Καποδίστριας είχε λάβει σημαντική θέση, ως Υπουργός Εξωτερικών του Τσάρου. Οι εύστροφοι διπλωματικοί ελιγμοί του έδρασαν καταλυτικά για το μέλλον των Επτανήσων. Εκμεταλλευόμενος τα αντικρουόμενα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων πέτυχε την καλύτερη δυνατή λύση.
Στη Βιέννη η Ρωσία υποστηρίζει τη συγκρότηση ανεξάρτητου κράτους με την επωνυμία «Επτάνησος Πολιτεία» υπό την εγγύηση των τεσσάρων δυνάμεων. Η   πρόταση απορρίπτεται από την Αυστρία, που αντιπροτείνει να τεθεί υπό την προστασία της, θεωρώντας ότι αυτή ήταν ο νόμιμος διάδοχος της Βενετίας. Στο προσκήνιο, όμως, αναφαίνονται και νέοι μνηστήρες: Ο Βασιλιάς της Βαυαρίας ζητά να δοθούν τα νησιά ως Πριγκιπάτο στο γαμπρό του, ενώ ο Πάπας αποδεικνύεται ένθερμος υποστηρικτής της ιδέας να εγκατασταθεί στα Επτάνησα το Τάγμα του αγίου Ιωάννου των Ιεροσολύμων. Το συνέδριο της Βιέννης δεν θα παραπέμψει το θέμα στην επόμενη συνάντηση.
Οι Βρετανοί, που κατέχουν στρατιωτικά τα νησιά, εγκαταλείπουν τα προσχήματα και απαιτούν την άμεση ενσωμάτωση των Επτανήσων στη Βρετανική Αυτοκρατορία καταθέτοντας σχετικό σχέδιο. Αυτό, αρχικά απορρίπτεται. Η Ρωσία αντιπροτείνει την επανασύσταση του ομόσπονδου κράτους της Επτανήσου Πολιτείας υπό την Προστασία της Μ. Βρετανίας.
Τελικά, στις 5 Νοεμβρίου 1815, υπογράφεται η Συνθήκη των Παρισίων, με την οποία ορίζεται ότι τα νησιά, θα αποτελούν «μίαν και ανεξάρτητον επικράτειαν» με την επωνυμία «Ηνωμένα Κράτη των Ιονίων Νήσων» και ότι θα τεθούν υπό την άμεση και αποκλειστική Προστασία της Μεγάλης Βρετανίας.

Περιστύλιο Μαίτλαντ (1825)
στο βάθμος το κτήριο της Ιονίου Ακαδημίας
(φωτογραφία Hendersson γύρω στο 1880)
 Οι Βρετανοί από την αρχή συμπεριφέρονται όχι ως προστάτες, αλλά ως αποικιοκράτες. Προσπαθούν να ενσωματώσουν τα Επτάνησα στην Αυτοκρατορία τους. Ακόμη και στις εξωτερικές του σχέσεις το Ιόνιον Κράτος αντιπροσωπεύεται από τους διαπιστευμένους Βρετανούς Πρέσβεις.
Πρώτος Ύπατος Αρμοστής διορίζεται ο Θωμάς Μαίτλανδ. Διορατικός και διπλωμάτης, έσπευσε να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των Επτανησίων, καταργώντας όλα τα διατάγματα του Κάμπελ και διατιθέμενος να επανορθώσει κάθε αδικία, που αυτός είχε διαπράξει. Σκοπός του ήταν η κατάρτιση Συντάγματος, που ν’ ανταποκρίνεται πλήρως στις επιδιώξεις της Βρεττανίας. Μετά τις πρώτες διαβεβαιώσεις του φάνηκε ο απολυταρχισμός του. Κατάρτισε το Σύνταγμα του 1817, του οποίου την ψήφιση πέτυχε με πλάγιους τρόπους.
Οι Βρεττανοί αμφιβάλλουν και γι’ αυτήν ακόμη την ελληνικότητα των νησιών: «είναι εξεταστέον αν ο λαός της Επτανήσου είναι Έλληνες ή Ιόνιοι. Κατά τον καταστατικόν χάρτην το κράτος τούτο ονομάζεται Ιονικόν. Νόμιμος γλώσσα του κράτους τούτου είναι άραγε άλλη πλην της Ιταλικής;». (Έβερτον, 1842). Το Σύνταγμα του 1817 που διακηρύττει ότι επίσημη γλώσσα ήταν η ελληνική μένει γράμμα κενό. Ειδικότεροι νόμοι, που επιβάλλουν τη χρήση της ελληνικής γλώσσας στα δικαστήρια και τις δημόσιες υπηρεσίες του κράτους (1833, 1836) μένουν στο μεγαλύτερο μέρος τους ανεφάρμοστοι. Απ’ την άλλη, κάποιοι Βρετανοί που καταγίνονταν με την αρχαία Ελλάδα εκφράζουν προκατάληψη για τη γλώσσα που μιλιέται στην Επτάνησο.
Η Ιόνιος Βουλή, όμως, δεν παύει να τονίζει την ελληνικότητα των Ιονίων: «Εν μέσω των παθημάτων, α κατέθλιψαν την Ελληνικής Φυλήν, ο Ιόνιος Λαός και τον πολιτισμόν αυτού διέσωσε και την εθνικότητα αυτού διετήρησε».
Η πιεστική συμπεριφορά των Βρετανών έχει σαν αποτέλεσμα να εκδηλώνονται συχνά ταραχές. Τα αντίποινα είναι σκληρά. Η Ιόνιος Βουλή δεν παραλείπει να επισημαίνει με οξύτατο τόνο ακόμη και ενώπιον του Ύπατου Αρμοστή, ότι «Τα δεινά του Ιονίου κορυφούνται. Ανατρέχοντες δε οι αντιπρόσωποι εις τα αίτια της καταστάσεως ταύτηςευρίσκουσι την πηγήν τωνεις το ανέκαθεν παρά της Προστασίας εισαχθέν σύστημα προς εκμηδένωσιν της ανεξαρτησίας του Ιονίου Λαού. Ο λαός ουδεμίαν ελπίδα καλλιτερεύσεως της οικτράς του θέσεως δύναται να έχει, έως ου κρατείται κεχωρισμένος της απελευθερωθείσης μερίδος του Έθνους του».
Στα μέσα του 19ου αι. σημειώνονται πολιτικές μεταβολές και ανακατατάξεις στην Ευρώπη. Ύπατος Αρμοστής είναι ο φιλελεύθερος Seaton. Κατά τη διάρκεια της θητείας του επιτρέπεται η ίδρυση πολιτικών λεσχών και η συγκρότηση πολιτικών συγκεντρώσεων. Κυρίως, όμως, η θητεία του σηματοδοτήθηκε από την ελευθεροτυπία. Η 9η Βουλή, που αναδεικνύεται με δημοκρατικότερες εκλογές, το 1850, ανακηρύσσει επίσημα την 25η Μαρτίου ως εθνική εορτή και αποφασίζει την ανέγερση ανδριάντα του Κερκυραίου που υπήρξε ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας, του Ιωάννου Καποδίστρια. Κλείνει τη θητεία της διακηρύσσοντας πως «η ανεξαρτησία, η κυριαρχία και η εθνικότης εκάστου λαού είναι δικαιώματα φυσικά και απαράγραπτα». Μόνον αυτό το απόσπασμα από το περίφημο ψήφισμα της Ενώσεως καταχωρήθηκε στα πρακτικά. Τα ανδρείκελα των Βρετανών διέλυσαν τη Βουλή χωρίς να αφήσουν τον Ιωάννη Καπελλέτο να το καταθέσει.
Οι επόμενες Βουλές επαναλαμβάνουν σε κάθε ψήφισμά τους το αίτημα της Ενώσεως με το Ελληνικόν Κράτος «μεθ’ ου αδιαρρήκτως συνδέονται ένεκεν της καταγωγής ,του θρησκεύματος, της γλώσσης, των αναμνήσεων». Η απάντηση της Βρετανίας είναι πάντοτε αρνητική. Απερίφραστα δηλώνεται ότι με τη Συνθήκη του 1815 κατέστη αποκλειστική προστάτιδα των Ιονίων Νήσων και γι’ αυτό δεν μπορεί να συναινέσει στην παραίτηση των «υποχρεώσεων» που ανέλαβε.
Ωστόσο, η κατάσταση που επικρατούσε στα Επτάνησα ήταν οικτρή: η γεωργία βρίσκονταν σε θλιβερή κατάσταση, η ναυτιλία σε μαρασμό, το εμπόριο νεκρό, τα έσοδα διασπαθίζονταν από ξένους και ξενόδουλους ντόπιους, η ελληνική γλώσσα εξοβελισμένη από τα επίσημα έγγραφα και η αστυνομία καταδυνάστευε το λαό.
Οι Βρετανοί στέλνουν το 1858 στα νησιά τον Gladstone για να εκτιμήσει την πολιτική κατάσταση. Ταυτόχρονα, απόρρητο σχέδιο για την τύχη των νησιών διαρρέει από το Βρετανικό Υπ. Εξ. και η επίσκεψη αυτή συνδυάζεται με το αν και κατά πόσον η Βρετανία είναι διατεθειμένη να παραιτηθεί από την «προστασία» των νησιών. Το 11ο Κοινοβούλιο προτείνει, το 1861, τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Ο Ύπατος Αρμοστής Storx απαγορεύει ακόμη και τη συζήτηση του θέματος στη Βουλή. Τον ίδιο χρόνο το μήνυμα της Ένωσης ακούγεται στη Βουλή των Κοινοτήτων και των Λόρδων. Ο πρωθυπουργός Palmerstorne παραμένει αρνητικός. Όμως, το Νοέμβρη του 1862 δηλώνει στον επιτετραμμένο της Ελληνικής κυβέρνησης στο Λονδίνο, Χαρίλαο Τρικούπη, ότι η Αγγλία δεν μπορεί να παραχωρήσει τα νησιά όσο βασιλεύει ο Όθων.
Το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος κλυδωνίζεται πάλι από εσωτερικές έριδες, τις οποίες υποκινούν οι ξένες δυνάμεις. Βρισκόμαστε στα 1862. Ξεσπά επανάσταση, διορίζεται προσωρινή κυβέρνηση και ο Όθων καταφεύγει στη Βαυαρία. Οι εξελίξεις αυτές όχι μόνον δεν ενόχλησαν, αλλά και χαροποίησαν Βρετανούς και Ρώσους. Αναζητείται νέος διάδοχος. Μέσα σε έντονη διαμάχη επικρατεί ο δευτερότοκος γιος της Βασίλισας Βικτώριας, Αλφρέδος. Η Ρωσία προβάλλει αντιρρήσεις και το στέμμα τελικά προσφέρεται στον Γεώργιο τον Α’ (Κρίστιανσεν-Χόλστάιν-Γλύξμπουργκ).
Στις 2 Οκτωβρίου 1863 αρχίζουν οι εργασίες της 13ης Ιονίου Βουλής. Την επομένη ο Ύπατος Αρμοστής εκφωνεί τον καθιερωμένο λόγο προς τη Νομοθετική Συνέλευση: «η αυτής μεγαλειότης η βασίλισσα πάντοτε επιθυμούσα να μαρτυρήσει την προς το Ελληνικόν Έθνος φιλίαν και αγαθήν αυτής προαίρεσιν επί σκοπώ να αυξήσει την επικράτειαν και να παγιώσει την δύναμιν του Ελληνικού Βασιλείου, εγνωστοποίησεν εις τας Ευρωπαϊκάς δυνάμεις ότι είναι ετοίμη να εγκαταλείψει την προστασίαν, ην έχει μέχρι τούδε επί του Κράτους τούτου. Προσκαλώ υμάς ευγενέστατοι κύριοι να με πληροφορήσετε εάν είναι ή ου η επιθυμία του λαού ίνα η Προστασία της αυτής μεγαλειότητος επί του Κράτους τούτου παύση επί σκοπώ ίνα οι Ιόνιοι Νήσοι αποτελώσιν εις το εξής μέρος του Ελληνικού Βασιλείου υπό το σκήπτρον της αυτού μεγαλειότητος του Βασιλέως Γεωργίου και των διαδόχων αυτού». Ο Ύπατος Αρμοστής, προτού κλείσει το λόγο του υπενθυμίζει, ότι αν τελικά η Νομοθετική Συνέλευση αποφασίσει την Ένωση με την Ελλάδα.

Ανακοίνωση του Νομάρχη Κέρκυρας
(16.1.1865, Κέρκυρα ιδιωτ. συλλογή)

Με τη δυσαρέσκεια της Ρωσίας, γιατί παρουσιάζονταν η Βρετανία να δωρίζει αυτή μόνον κι όχι η Ευρώπη τα νησιά στην Ελλάδα, υπογράφεται τελικά στο Λονδίνο στις 14 Νοεμβρίου 1863 από τις 5 μεγάλες δυνάμεις Συνθήκη, με την οποία προσφέρονταν στην Ελλάδα τα Επτάνησα και κηρύσσονταν η ουδετερότητα των φρουρίων της Κέρκυρας.
Μέσα στο πέρασμα επτά αιώνων η Κέρκυρα είχε γνωρίσει πολλούς κυριάρχους. Πιο σκληροί απ’ όλους αναδείχθηκαν οι Βρετανοί, όχι μόνον γιατί ήταν τέτοιοι, αλλά και γιατί ο πόθος της αναγέννησης του έθνους ήταν τόσο κοντά. Κατά τη διάρκεια όμως, της «προστασίας» τους ιδρύθηκε το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο (1823), που όμως καταργήθηκε από το Ελληνικό Κράτος (1865).
Η Ένωση των δύο τμημάτων του Ελληνισμού δεν έγινε αυτοστιγμή. Πέρασαν αρκετά χρόνια αφομοίωσης. Το διοικητικό και οικονομικό σύστημα ήταν διαφορετικά, το ίδιο και η νομοθεσία, η εκπαίδευση, η ιδιοκτησία και πλήθος άλλα. Η μεγαλύτερη, όμως, διαφορά ήταν ανάμεσα στη νοοτροπία και τις αντιλήψεις. Αυτή είχε τις ρίζες της στη διαφορετική ιστορική πορεία, που ακολούθησε ο Ελληνισμός τους τελευταίους αιώνες.
Πολλά μελανά γεγονότα αμαυρώσαν την πολυπόθητη Ένωση στα χρόνια που ακολούθησαν. Χειρότερος εχθρός της Ελλάδας αναδείχθηκαν οι ίδιοι οι Έλληνες. Ένας ακήρυχτος πόλεμος μαίνονταν για αρκετά χρόνια. Βάση του η αμάθεια. Όταν το 1873 χήρεψε η Αρχιεπισκοπή Αθηνών εκλέχτηκε ο Ζακύνθιος Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας, Αντώνιος. Η κυβέρνηση, όμως, ήταν αντίθετη σ’ αυτή την εκλογή. Ο φιλοκυβερνητικός τύπος της εποχής γράφει: «Ο μητροπολιτικός θρόνος Αθηνών έχει ανάγκην ποιμένος προερχομένου από γνησίους Έλληνας. Απαράδεκτος λοιπόν είναι για το ελληνικόν φρόνημα η εκλογή αμφιβόλου εθνικότητος και φρονημάτων αποδεδειγμένως ανθελληνικών. Ο Ελληνικός Λαός απαιτεί Έλληνα ποιμένα από γνησίαν ελληνικήν πατρίδα και ουχί ιταλόφωνον, βουλγαρόφρονα και απόλοιπον της διελεύσεως των Ενετών και των ΄Αγγλων».
Την ίδια περίοδο σημειώνεται η ανάπτυξη του νησιού με την εγκατάσταση μικρών βιομηχανιών. Ταυτόχρονα η ανοδική πορεία της ναυτιλίας, που είχε ξεκινήσει από την εποχή της βρετανικής προστασίας, καθιστά την Κέρκυρα ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της περιοχής.